
Καβάφης, Καρυωτάκης, Καρκαβίτσας, Ροδοκανάκης, Νικολαΐδης ο Κύπριος, Παπαδιαμάντης! Οι δημιουργοί του επιτυχημένου "Παραρλάμα" (Τόπος 2011) με το "Γιούσουρι" τολμούν να "αναμετρηθούν" με τα ιερά τέρατα της νεοελληνικής λογοτεχνίας "μεταγράφοντας" έξι φανταστικά αφηγήματα σε συναρπαστικό κόμικς. Το φανταστικό αφήγημα γέννησε την επιστημονική φαντασία, το κόμικς και το σύγχρονο graphic novel. Διόλου τυχαίο, επομένως, που τα φανταστικά αφηγήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας εμπνέουν τον Θανάση Πέτρου και τον Δημήτρη Βανέλλη: στο "Γιούσουρι", το παλαιό θέμα των ιστοριών διασταυρώνεται πειστικά με τη νέα μορφή της κομίστικης ανάγνωσης. Το αποτέλεσμα θα το κρίνει ο αναγνώστης. Περιέχονται "μεταγραμμένα" τα αφηγήματα: - "Εις το Φως της Ημέρας", Κ.Π. Καβάφης (1863-1933), "Τα πεζά" (1882;-1931), Ίκαρος Εκδοτική Εταιρία, 2003 - "Το Γιούσουρι", Ανδρέας Καρκαβίτσας (1865-1922), "Λόγια της πλώρης", 1899, Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας. - "Ο Ονειροπόλος", Κ. Γ. Καρυωτάκης (1896-1928), Ποιήματα και πεζά, επιμ. Γ.Π. Σαββίδης, εκδ. Ερμής, 1972 - "Κλεοπάτρας Θάνατος", Πλάτων Ροδοκανάκης (1883-1920), "Το βυσσινί τριαντάφυλλο", εκδ. Νεφέλη, 2000 - "Ο Σκέλεθρας", Νίκος Νικολαΐδης ο Κύπριος (περ. 1884-1956), "Ο Σκέλεθρας και άλλα διηγήματα", εκδ. Κέδρος, 1991 - "Υπό την Βασιλική Δρυν", Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911), "Άπαντα Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη", Κριτική έκδοση Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλου, εκδόσεις Δόμος, 1981 επιμέλεια σειράς: Άρης Μαραγκόπουλος
Authors

Andreas Karkavitsas Έλληνας πεζογράφος (1865-1922). Είναι ένας από τους τρεις μεγάλους εκπροσώπους της ηθογραφίας, μαζί με τους Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και Γεώργιο Βιζυηνό και ο κατ' εξοχήν εκπρόσωπος του νατουραλισμού στη νεοελληνική λογοτεχνία. Γεννήθηκε το 1865 στα Λεχαινά της Ηλείας. Έλαβε τη βασική εκπαίδευση στην ιδιαίτερη πατρίδα του, έπειτα στο γυμνάσιο της Πάτρας, και σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. (αποφοίτησε το 1888). Μεγάλη του αγάπη όμως ήταν τα ταξίδια και γι' αυτό εργάστηκε ως γιατρός σε εμπορικό πλοίο και από το 1896 κατατάχθηκε στο στρατό ως μόνιμος ανθυπίατρος. Έτσι εξασφάλισε τη δυνατότητα να ταξιδεύει σε όλη την Ελλάδα και γνώρισε από κοντά τη ζωή των ανθρώπων που περιγράφει στο έργο του. Κατέγραφε συστηματικά τις εντυπώσεις του από τα ταξίδια και πολλές απ' αυτές εκδόθηκαν όσο ζούσε. Ήταν οπαδός της Μεγάλης Ιδέας και συμμετείχε στην "Εθνική Εταιρεία". Το 1909 συμμετείχε στο "κίνημα στο Γουδί" ως μέλος του "Στρατιωτικού Συνδέσμου" και το 1910 έγινε μέλος του "Εκπαιδευτικού Ομίλου". Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ως στρατιωτικός γιατρός και το 1916 αντιτάχθηκε στο κίνημα της "Εθνικής Αμύνης". Αυτό είχε αποτέλεσμα τον περιορισμό και την εκτόπισή του στη Μυτιλήνη και αργότερα και την αποστράτευσή του. Το 1920 επανήλθε στο στρατό αλλά δύο χρόνια μετά με αίτησή του αποστρατεύτηκε για λόγους υγείας. Πέθανε στις 22 Οκτωβρίου του 1922 στο Μαρούσι Αττικής από καρκίνο του λάρυγγα. source: http://el.wikipedia.org

Ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (English: Constantinos P. Cavafis) γεννήθηκε το 1863 και πέθανε το 1933, την ημέρα των γενεθλίων του (29 Aπριλίου), στην Aλεξάνδρεια της Aιγύπτου. Στην ίδια αυτή πόλη έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του -εκτός από μια παιδική εξαετία στην Aγγλία, μιαν εφηβική υπερδιετία στην Kωνσταντινούπολη, και λιγοστά ταξίδια μεταγενέστερα, από τα οποία τα σπουδαιότερα, αλλά ολιγοήμερα, έγιναν με προορισμό την Aθήνα: το τελευταίο τους σχετίζεται με την περιπέτεια της υγείας, που τελικά οδήγησε τον Kαβάφη στον τάφο. Γόνος οικογένειας μεγαλεμπόρων που ξέπεσε, ο Kαβάφης ζήτησε στα νιάτα του να ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία και "να μπει στα πολιτικά", "μα τα παραίτησεν" για να να προσληφθεί τελικά, στα 29 του χρόνια, και να υπηρετήσει επί μια 30ετία (μέχρι το 1922) ως έμμισθος υπάλληλος "εις ένα κυβερνητικόν γραφείον εξαρτώμενον από το Yπουργείον των Δημοσίων Έργων της Aιγύπτου", όπως ο ίδιος προσδιόρισε τη βιοποριστική του εργασία σ' ένα σύντομο αυτοβιογραφικό σημείωμά του. Eξωτερικά τουλάχιστον, η ζωή του Kαβάφη κύλησε μοναχική, "τακτοποιημένη και πεζή", και "θεαματικά και φοβερά" δεν είχε. Aξιομνημόνευτες ίσως είναι μερικές ιδιορρυθμίες της ζωής του, όπως ότι ποτέ δεν έβαλε το ηλεκτρικό ρεύμα στο σπίτι του, και φώτιζε με τα θρυλικά κεριά· ή ότι άφησε πεθαίνοντας μικρή αλλά όχι ασήμαντη περιουσία, καθώς και ένα συναφές μνημόνιο για τις χρηματιστηριακές δραστηριότητες -κυρίως όμως ένα ποιητικό Aρχείο τακτοποιημένο με τη φροντίδα άριστου υπαλλήλου, έτοιμο να δεχθεί τους μελετητές του έργου του. Tέλος είναι πασίγνωστη η ερωτική του ιδιαιτερότητα: τον υποπτεύονταν (κι άλλοι πάλι είσαν ή είναι βέβαιοι) για την ομοφυλοφιλία του, ενώ ο K.Θ. Δημαράς έγραψε για την "μονήρη ικανοποίηση". Δεν πρέπει ωστόσο να παραλειφθεί και μια άλλη φημολογία, κατά την οποία ο Aλέκος Σεγκόπουλος, θαυμαστής της ποίησης και βασικός κληρονόμος της διαθήκης, υπήρξε γιος του Kαβάφη. Aν κάτι εντυπωσιάζει στη ζωή του, είναι ότι αφοσιώθηκε απόλυτα στο έργο του. Tην ίδια εκείνην αφοσίωση υποδηλώνει και η εκδοτική ιδιοτυπία του: μολονότι δημοσίευε τακτικά, ποτέ ο Kαβάφης δεν εξέδωσε δικό του βιβλίο, παρά τύπωνε τα ποιήματά του σε μονόφυλλα που τα συνένωνε, και στη συνέχεια εκείνες τις αυτοσχέδιες "συλλογές" (άλλες χρονολογικές, άλλες με θεματική σειρά των ποιημάτων) τις ενεχείριζε στους γνωστούς και φίλους ή τις έστελνε στους ενδιαφερόμενους που ζητούσαν να γνωρίσουν το έργο του. Tα 154 ποιήματα, το επίσημο ποιητικό σώμα, τυπώθηκε πρώτη φορά το 1935 στην Aλεξάνδρεια, σε πολυτελή έκδοση που την φρόντισαν οι κληρονόμοι του Kαβάφη. Tο έργο αποκαταστάθηκε φιλολογικά με τη γνωστή δίτομη έκδοση του "Ίκαρου" που επιμελήθηκε ο Γ.Π. Σαββίδης το 1963. Στο ελλαδικό αναγνωστικό κοινό ο Kαβάφης έγινε γνωστός με το ιστορικό άρθρο του Γρ. Ξενόπουλου στο περιοδικό "Παναθήναια" (1903), ενώ στο αγγλόφωνο κοινό τον πρωτοσύστησε (1919) ο Άγγλος μυθιστοριογράφος και φίλος του, E. M. Φόρστερ. Aπό τότε μέχρι σήμερα συντελέσθηκε η πανελλήνια και παγκόσμια, πλέον, αναγνώριση του έργου του, που έχει μεταφραστεί σε πολλές σύγχρονες φιλολογίες. Έμπρακτη εξάλλου αναγνώριση αποτελεί και το ότι ο μεγάλος ομότεχνός του, ο Mπέρτολντ Mπρεχτ, έγραψε και δημοσίευσε στα 1953 ένα ποίημα που ολοφάνερη πηγή του έχει τους καβαφικούς "Tρώες".

Ο Νίκος Νικολαΐδης ήταν σκηνοθέτης και συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα όπου έζησε και δούλεψε μέχρι το θάνατό του. Ήταν ο ίδιος σεναριογράφος και παραγωγός των ταινιών που σκηνοθετούσε, ενώ για αρκετά μεγάλο διάστημα δούλεψε και στη διαφήμιση. Από το κινηματογραφικό του έργο ξεχωρίζουν οι ταινίες Πρωινή περίπολος, Γλυκιά συμμορία και Τα κουρέλια τραγουδάνε ακόμα, ενώ από τα βιβλία του ο Οργισμένος Βαλκάνιος έχει επανεκδοθεί πολλές φορές. Οι ταινίες του έχουν διχάσει πολλές φορές κοινό και κριτικούς. Σε πλήρη αντίθεση με τις καθιερωμένες επιλογές στο σενάριο, τη θεματολογία και τον τρόπο κινηματογράφησης, έχουν γνωρίσει από την πολλαπλή βράβευση μέχρι την απαγόρευση προβολής. Οι χαρακτήρες του είναι συνήθως άνθρωποι στα όρια, σε παράλογες ή ακραίες καταστάσεις, που παίζουν το τελευταίο τους, συνήθως καμένο, χαρτί. Τα θέματα που συναντά συχνά κανείς στις ταινίες του Νικολαΐδη είναι η δεκαετία του '50 και το φιλμ νουάρ, το παιχνίδι μεταξύ σεξ και θανάτου, η συντροφικότητα κι ο έρωτας, η πάλη με κάθε λογής εξουσίες αλλά και με φαντάσματα του παρελθόντος. Τον Νοέμβρη του 2005, μετά την ολοκλήρωση της ταινίας The Zero Years, ο Νίκος Νικολαΐδης δήλωσε την πρόθεσή του να σταματήσει να κάνει κινηματογράφο προκειμένου να ασχοληθεί με τη μουσική.



(English: Kostas_Karyotakis) Γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1896 στην Τρίπολη. Ο πατέρας του ήταν νομομηχανικός κι έτσι στα παιδικά του χρόνια, αναγκάστηκε να αλλάζει συνέχεια τόπο διαμονής. Πέρασε από το Αργοστόλι, τη Λευκάδα, τη Λάρισα, την Καλαμάτα, την Αθήνα, μέχρι και από τα Χανιά. Από το 1912 δημοσιεύει ποιήματα σε διάφορα παιδικά περιοδικά. Αφού πήρε το δίπλωμα της Νομικής Σχολής των Αθηνών, διορίστηκε υπάλληλος στη Νομαρχία Θεσσαλονίκης. Η ελεύθερη φύση του δεν μπορούσε να δεχθεί την γραφειοκρατία της κρατικής μηχανής, την οποία και καυτηριάζει όποτε μπορεί (χαρακτηριστικό το πεζό: Κάθαρσις). Γι' αυτό και μετατέθηκε πολλές φορές διωκόμενος από ανωτέρους του. Στη διάρκεια αυτών των μεταθέσεων γνωρίζει την ανία και τη μιζέρια της επαρχίας, πράγμα που τον στιγματίζει. To Φεβρουάριο του 1919 εκδίδει την πρώτη του συλλογή: "Ο πόνος των ανθρώπων και των πραγμάτων", η οποία τυγχάνει αδιάφορης ή υποτιμιτικής κριτικής. Τον ίδιο χρόνο εκδίδει μαζί με τον φίλο του Άγη Λεβέντη (με τα ψευδώνυμα Μίμης Χλαπάτσας και Νίκος Τσαπατσούλιας, αντίστοιχα) το σατιρικό περιοδικο "Η Γάμπα", που παρά την επιτυχία του κυκλοφόρησε μόνο σε έξι τεύχη γιατί η αστυνομία απαγόρευσε την έκδοσή του. Το 1921 κυκλοφορεί τη δεύτερη συλλογή του τα "Νηπενθή". Εκείνο τον καιρό συνδέεται με την ποιήτρια Μ. Πολυδούρη, συνάδελφό του στη Νομαρχία Αττικής. Πολλοί ισχυρίζονται ότι οι σχέσεις τους ήταν ερωτικές. Το 1924 ταξιδεύει στο εξωτερικό, στην Ιταλία και τη Γερμανία. Το Δεκέμβριο του 1927 κυκλοφορεί η τελευταία του συλλογή, "Ελεγεία και Σάτιρες". Το Φεβρουάριο του 1928 ο Καρυωτάκης αποσπάται στην Πάτρα και τον Ιούνιο στην Πρέβεζα. Από εκεί στέλνει απελπισμένα γράμματα σε συγγενείς και φίλους, περιγράφοντας την αθλιότητα που κυριαρχεί σ' αυτήν την πόλη (χαρακτηριστικό το ποίημα Πρέβεζα). Στις 21 Ιουλίου θέτει τέρμα στη ζωή του.